Ποίημα Ιωάννου Μαλτέζου
Καμπάνες πού σημαίνετε κι αἰῶνες ἀντηχεῖτε
κι ἀντιλαλοῦν στό κάλεσμα κι ἡ γῆς καί τά Οὐράνια,
ποιός εἶν’ αὐτός πού ἔγνεψε, σέ σᾶς νά βουβαθεῖτε
καί ἔπαυσε ξεδιάντροπα καί ὕμνους καί λιβάνια,
ὕμνους πού καί οἱ Ἄγγελοι, εὐφραίνονται καί ψάλλουν
καί εὐωδιές θυμιάματα καί Δόξης καί Εἰρήνης,
π’ Ἁγιᾶς Σοφιᾶς τόν θρῦλο της, σάν φῶς τόν περιβάλλουν
καί τώρα πιά θ’ ἀκούγεται, μονάχα ὁ Μουεζίνης;
Στούς τοίχους καί στούς τρούλους της, πονᾶ ἡ Ἱστορία
κι ἀκόμα ἀνασαίνουνε, Ἑλλήνων μεγαλεῖα
κι ὅσο ὀρθή θά στέκεται, ἡ Αὐτοκρατορία,
θά ζεῖ μέσα στήν λάμψη της κι αὐτῆς τήν Βασιλεία.
Κι ἄν κάποτε εἰπώθηκε, ‘πό πικραμένα χείλη,
σώπασε κυρά Δέσποινα καί μήν πολυδακρύζεις,
τώρα ἡ ὥρα ἔφτασε, ν’ ἀνάψει τό καντῆλι,
μπρός στ’ Ἅγιο Της εἰκόνισμα κι Ἕλληνα πού σαστίζεις,
ξεπέρασε τό μούδιασμα κι ὁπλίσου ἑτοιμάσου
τά Ἅγια καί τά Ὅσ-ι-α, τοῦ Γένους νά στηρίξεις,
ὁ χρόνος πλέον ἔφτασε, σήκω κινήσου βιάσου,
τά γεγονότα κοίταξε κι αἰώνων τίς ἐνδείξεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου