Άρθρο γνώμης του Γεωργίου Βασιλάκη*
Παρατηρώντας και αναλύοντας το διεθνές πολιτικό γίγνεσθαι στις δύο μητροπόλεις του καπιταλισμού τη Νέα Υόρκη και το Λονδίνο βλέπουμε ότι για πρώτη φορά έχουμε κυβερνήσεις με πρόεδρο η επικεφαλής πρωθυπουργό αντίστοιχα με πρόσωπα που απέχουν από το κλασσικό πρότυπο που υπήρχε έως την εκλογή τους.
Και σαν συνακόλουθο στις μέρες μας, πολλοί πολιτικοί παρατηρητές είναι κοντά σε ιδέες και αντιλήψεις που προσεγγίζουν το μαρξιστικό πρότυπο. Όπως ο ίδιος ο Κάρολος Μαρξ, ο διάσημος Γερμανός φιλόσοφος του 19ου αιώνα, έτσι κι αυτοί, είναι πεπεισμένοι πως οι οικονομικοί παράγοντες καθορίζουν τον ρου της Ιστορίας.
Το σύνθημά τους θα μπορούσε να είναι όμοιο με εκείνο του πρώην προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών Μπιλ Κλίντον: «Είναι η οικονομία, ανόητε».
Εντούτοις, όπως συμβαίνει με πολλά από τα αξιώματα των οικονομικών, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Το σχεδόν μαρξιστικό πλαίσιο λειτουργίας των δημοκρατικών καθεστώτων είναι πολύ ξεκάθαρο. Όταν, δηλαδή, οι περισσότεροι ψηφοφόροι αισθάνονται ασφαλείς οικονομικά, εν γένει θα υποστηρίξουν τις κατεστημένες ιδέες. Όταν οι προοπτικές για την απασχόληση και τους μισθούς τους είναι δυσοίωνες, τότε τα παλαιότερα και τα νεότερα αντιπολιτευόμενα κόμματα καταλαμβάνουν την εξουσία. Όσο πιο κακό είναι το οικονομικό κλίμα, τόσο πιο ριζοσπαστικές αλλαγές ζητούν οι άνθρωποι και επιλέγουν κόμματα που ταυτίζονται με αυτές τις ιδέες.
Ακολουθώντας τη θεωρία αυτή, δεν είναι η οικονομία μόνον, η οποία κινεί τον μηχανισμό της Ιστορίας, αλλά και το πώς αισθάνονται οι άνθρωποι για τις δικές τους οικονομικές προοπτικές. Όσοι ψηφοφόροι θεωρούνται πλούσιοι ενδεχομένως να νιώσουν άσχημα εάν τους δημιουργηθεί η εντύπωση ότι τα εισοδήματά τους δεν αυξάνονται αρκετά γρήγορα ή ότι οι επαγγελματικές τους προοπτικές είναι ισχνές. Επίσης, το να νοιώθει κανείς ότι δεν ζει μια πολυτελέστερη ζωή μπορεί να γεννήσει αρνητικά συναισθήματα και να δημιουργήσει ένα ρεύμα υποστήριξης προς κόμματα που τάσσονται ενάντια στο σύστημα. Οι μαρξιστές και οι σχεδόν μαρξιστές δεν ανησυχούν όταν οι ψηφοφόροι αρνούνται πως είναι η οικονομία που επηρεάζει τις απόψεις τους, διότι οι πιέσεις που δέχονται θεωρητικά ασκούνται σε επίπεδο ασυνειδήτου. Το μέγιστο πρόβλημα έγκειται στο ότι η σχέση αιτίου και αιτιατού μεταξύ της οικονομίας και της πολιτικής δεν αποδεικνύεται. Όπως οι στατιστικολόγοι επισημαίνουν συνεχώς, χωρίς να κουράζονται, ο συσχετισμός ανάμεσα στον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ και το αποτέλεσμα των εκλογών δεν δείχνει ότι υπάρχει όντως σχέση αιτίου και αποτελέσματος.
Η κριτική αυτή δεν θα μπορούσε να αποβεί περισσότερο ευθύβολη. Είναι κομβική, παραδείγματος χάριν, όταν κάποιος προσπαθεί να εξηγήσει την απήχηση του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τράμπ. Ο Μπράιαν Σάφνερ του Πανεπιστήμιου Ταφτς αποπειράθηκε να δώσει μια απάντηση μελετώντας τις αντιδράσεις των Αμερικανών ψηφοφόρων στις εκλογές του 2016. Απεφάνθη ότι όσο πιο δυσαρεστημένοι ήταν για τη δική τους προσωπική οικονομική κατάσταση, τόσο είχαν περισσότερες πιθανότητες να ψηφίσουν Τράμπ. Αυτό είναι ένα στοιχείο για τους μαρξιστές υπέρμαχους της νομοτέλειας. Εντούτοις, ο Μπράιαν Σάφνερ κατέληξε και σε ακόμα ένα συμπέρασμα, δηλαδή στο ότι εκείνο που περιέγραψε ως ρατσιστική συμπεριφορά συσχετιζόταν με ψήφο υπέρ του Τράμπ τουλάχιστον στην περίπτωση των λευκών εκλογέων. Θα μπορούσε να προσθέσει το χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο και τα υψηλότερα επίπεδα παρακολούθησης θρησκευτικών τελετουργιών.
Αντιστοίχως, μυστήριο καλύπτει την επικείμενη αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Γουόρικ συμπέραναν ότι η ψήφος υπέρ της εξόδου από την Ε.Ε. στο δημοψήφισμα του 2016 συσχετιζόταν με την ανεργία συνολικά ή με την απασχόληση σε συγκεκριμένους κλάδους, όπως εκείνος της μεταποίησης. Με άλλα λόγια, για το δημοψήφισμα ήταν σημαντικά τα οικονομικά θέματα. Παρά ταύτα, υπάρχουν και άλλες μεταβλητές, που συνδέονται με την επιλογή ψήφου, όπως η μεγαλύτερη ηλικία των ψηφοφόρων, το ότι ήταν λευκοί με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, τα προβλήματα υγείας τους και το ότι δεν ήταν πολύ ικανοποιημένοι από τη ζωή τους. Άρα, όπως γίνεται εν κατακλείδι εμφανές, έπαιξαν ρόλο και μη οικονομικοί παράγοντες.
Άρα η οικονομία δημιουργεί το πλαίσιο πάνω στο οποίο ορίζεται η πραγματική κοινωνική εξέλιξη όμως η συλλογική απόφαση για τις εξελίξεις έχει να κάνει με τις αξίες που έχει το εκλογικό σώμα τα αντισώματα και παγιωμένες απόψεις αλλά κυρίως την αποδοχή από αυτό προτάσεων που στο πυρήνα τους έχουν την αντίδραση στο υφιστάμενο σύστημα με τη μορφή αντίθεσης. Είναι οι αστοχίες του συστήματος κατεστημένων αξιών που το υπονομεύουν όταν εκλείπουν οι βεβαιότητες. Κάτι τέτοιο έφερε στο προσκήνιο η διεθνής οικονομική κρίση.
Οι σύγχρονες δυναμικές οικονομίες δεν μένουν ακίνητες για πολύ, ώστε να είναι εύκολο να κατανοηθούν οι δομές τους. Alan Greenspan είναι η εξήγηση που θα μπορούσε να ευσταθεί όμως οι κοινωνίες αντιδρούν διαφορετικά σε παρόμοια οικονομικά φαινόμενα ανάλογα με τη κουλτούρα τους.
*Οικονομολόγου ΕΚΠΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου