Ποίημα Ιωαν. Μαλτέζου.
Εἶναι φορές πού καί βουνά, γιά θαύματα μιλοῦνε,
ἐκεῖ πού συντελέστηκαν κι ἐκεῖ πού κατοικοῦνε,
οἱ θρύλοι πιά πού προσκυνᾶ κι αὐτή ἡ Ἱστορία
καί παραστέκει δίπλα τους κι ἡ Παναγιά Κυρία,
Ἡ τῶν Ἑλλήνων Στρατηγός, Βασίλισσα καί Μάνα
κι ἄς μήν ὑπάρχει δίπλα τους, μήτ’ ἐκκλησιᾶς καμπάνα,
μήτε Ὑψίστου λειτουργός, Αὐτή στέκει κοντά τους
κι ἀνάβει τά καντήλια τους, στά Ἅγια χώματά τους…
Ἔτσι κι ἐκεῖ στήν κορυφή, τοῦ ἑπτά τριάντα ἕνα,
τοῦ Μουσολίν’ ἡ δύναμη, ἔκλεινε τόν αὐχένα
κι οἱ ἄνδρες του πλέον τροφή, γίνανε γιά τόν Ἄδη
καί τούς κατάπιε ἀχόρταγα, ἐκείνου τό σκοτάδι.
Κι ἡ ταπεινή πάντα Ἑλλάς κι ἡ ἰαχή ἀέρα,
τήν ἔπαρσή του σύντριψαν, στό ὕψωμα κεῖ πέρα
κι ὁ ἥρωάς μας ὁ Κασλάς κι οἱ ἄνδρες του αἰώνια,
πού ἄφοβα ἀψήφισαν καί λόγχες καί κανόνια,
θά στέκουν πάντοτε γιά μᾶς, φάροι Ἀθανασίας
καί ἀρετῆς παράδειγμα, πολεμικῆς θυσίας.
Κι ἄν τώρα σύ βαρυγκομᾶς, λίγο κείνους θυμήσου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου