Τετάρτη 25 Οκτωβρίου 2017

Το Θωρηκτό Αβέρωφ 1941


Διασκευή από το περιοδικό ΄΄Πρός την Νίκη΄΄
Τεύχος Απριλίου 2001 με τίτλο ΄΄Ο Εσταυρωμένος στη Πλώρη΄΄

του Ευάγ. Αθανασιάδη*

Εισαγωγή.
Η δόξα του Αβέρωφ είναι οι Βαλκανικοί Πόλεμοι (1912-1913). Αλλά και η όλη διαδρομή του στους αγώνες του Έθνους, ήταν πάντα σημαντική.
Παρακάτω θα αναφερθούμε σε ένα άγνωστο εν πολλοίς γεγονός, που έλαβε χώρα με την κατάληψη της χώρας από τους Γερμανούς το 1941.

Το  πλοίο ήταν παλαιό, η συμμετοχή του στο πόλεμο, το επιβάρυνε και άλλο, χρόνος, μέσα, και δυνατότητες για επισκευή δεν υπήρχαν.

Ιστόρημα.
            Ήταν Μ. Πέμπτη 17 Απριλίου 1941 κι είχαν προηγηθεί δραματικά γεγονότα για τη πατρίδα μας. Αρκετές μέρες πριν, μας είχε επιτεθεί η Γερμανία, για να βοηθήσει τη σύμμαχό της Ιταλία, που είδε κι έπαθε από το στρατό μας στα βουνά της Β. Ηπείρου. Το δεύτερο  όχι που είπαμε τότε στους Γερμανούς κατέπληξε τα κράτη όλα – να αντιταχθεί μια χώρα μικρή σε δύο αυτοκρατορίες, η μια 45 και η άλλη 80 εκατομμύρια-.
Η Σημαία του Θ/Κ Αβέρωφ μαζί με τη 
Σημαία της Ακρόπολις είναι οι δύο
 θεσμικές μεγαλύτερες σε διαστάσεις Σημαίες
            Αλλά τα πράγματα πήραν τροπή τραγική. Κατέρρευσε η όμορφη Γιουγκοσλαβία και οι Γερμανοί μπόρεσαν μέσω Σερβίας και προέλασαν νότια.. Κι οι δυνάμεις μας υπερκεράστηκαν από τον όγκο των Γερμανών και τις τρομερές μηχανές τους και βρέθηκαν αποκομμένες στην Αλβανία και τη Μακεδονία. Και άρχισε η κάθοδος των Γερμανών, σφοδρή και ραγδαία και συνοδευόμενη από αεροπορικές επιθέσεις απανωτές.
Σε λίγες μέρες θα έμπαιναν οι Γερμανοί στην Αθήνα. Και ήρθε στα Υπουργεία διαταγή να καούν τα αρχεία. Ήλθε και στο αραγμένο στην Ελευσίνα θωρηκτό Αβέρωφ κάποιο έγγραφο, που έλεγε, πως θα έπρεπε να εγκαταλειφθεί και να αυτοβυθιστεί, για να μην πέσει στα χέρια των εχθρών.


            Το πλήρωμα που περίμενε ώρα την ώρα να αποπλεύσει εντεταγμένο το Αβέρωφ, σε νηοπομπή με προορισμό του τη Κρήτη αντέδρασε έντονα.
-       Το βαστάει η καρδιά σας παιδιά, να φουντάρουμε το καράβι;
-       Κάτω τα χέρια!!...Η αντίδραση και οι φωνές έφτασαν μέχρι ανταρσία.
-       Απόπλου τώρα φώναξε ο σημαιοφόρος Ηλιομαρκάκης.
-       Πάμε Κρήτη… συνταυτισθήκανε και οι αξιωματικοί, με επικεφαλής το πλωτάρχη Δαμηλάτη.
-       Πάμε να πολεμήσουμε απαιτούσαν.
-       Που θα πάμε παιδιά χωρίς διαταγή;
Ήταν ανάστατοι όλοι. Αναστατωμένος και ο Κυβερνήτης, πλοίαρχος Βλαχόπουλος, κι όντας σύμφωνος για άμεσο απόπλου, βγήκε στη ξηρά να πάει στο Υπουργείο Ναυτικών, στον ίδιο τον Αρχηγό Στόλου και να παρακαλέσει  άνευ αναβολής έκδοση διαταγής απόπλου.
Κόντευε να βραδιάσει κι ο κυβερνήτης δεν είχε γυρίσει και μεσ’ στο καράβι δεν έλεγαν να ησυχάσουν. Επέμεναν, φώναζαν, ήταν όλοι στο πόδι για απόπλου, οι θερμαστές στα καζάνια, οι μηχανικοί στις μηχανές…
-     Μπροστά μας έχουμε το ναρκοπέδιο, και τα γερμανικά αεροπλάνα έχουν ποντίσει γύρω και άλλες, ακούγονταν και μερικές φωνές ανήσυχες για τους κινδύνους, που θα διέτρεχε, αν απέπλεε το Αβέρωφ. Που να πάμε βρε παιδιά;
-     Υπάρχει φράγμα στη Ψυττάλεια…
-     Θάχουμε και τα στούκας πάνω από τα κεφάλια μας.
Εν όψει χαμού στον απόπλου περιήλθε σε σύγχυση ένα μέρος του πληρώματος και έμενε άγνωμο.
Το πλοίο χωρίς πλοίαρχο και προ ώρας βρέθηκαν όλοι αμήχανοι.
Τότε ήταν που ανέλαβε πρωτοβουλία κι έδρασε ο γενναίος παππάς του Αβέρωφ, αρχιμανδρίτης Διονύσιος Παπανικολόπουλος. Και βγήκε από το εκκλησάκι του πλοίου, που ετοιμαζόταν για την ακολουθία των Παθών και πήγε ευθεία εκεί που είδε τους περισσότερους από το πλήρωμα. Στάθηκε εμπρός τους με βουρκωμένα τα μάτια, αλλά η φωνή ακούστηκε δυναμική.
-     «Παιδιά, θέλουν να βουλιάξουμε το θρυλικό καράβι μας. Το βαστάει η ψυχή σας; Τέτοιο άδοξο τέλος νάχει το πιο δοξασμένο καράβι, ο Αβέρωφ; Θα μας καταριώνται απ’ τον ουρανό οι ψυχές των ηρώων μας ναυτικών, του Μιαούλη, του Κανάρη, του Κουντουριώτη, της Μπουμπουλίνας. Ιδέστε με τα ψυχικά σας μάτια, παιδιά, το Ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη στον ουρανό. Κλαίει και μας εξορκίζει να δώσουμε τέλος ανάλογο με τη δόξα του στο καράβι. Τι λέτε παιδιά ;»
Ναύτες και αξιωματικοί συγκινήθηκαν.
-     «Παπά, θα κάνουμε ότι μας πεις», απάντησαν αυθόρμητα.
Στο μεταξύ είχαν μαζευτεί κι άλλοι πολλοί, αδίστακτοι, διστακτικοί για απόπλου, όλο σχεδόν το πλήρωμα απ’ τον ανώτερο ως τον κατώτερο κι άκουγαν έχοντας ηρεμήσει και πειθήνια.
-       Ότι μας πείς.
-       Πρέπει να πάρουμε τον Αβέρωφ και να φύγουμε. Πρέπει να σώσουμε τη τιμή του.
-       Έτοιμοι!! Συμφώνησαν.
 
Το εκκλησάκι του Αγ. Νικολάου
στο Θ/Κ Αβέρωφ. Είναι το μοναδικό 
πολεμικό πλοίο που έχει εκκλησάκι 

επί του καταστρώματος
-    
 «Πρέπει να είμαστε εξηγημένοι παιδιά. Θα λάβετε υπόψη σας ότι 500% έχουμε κίνδυνο να βουλιάξουμε περνώντας το ναρκοπέδιο. Αν ο Θεός μας περάσει από εκεί χωρίς να πάθουμε κακό, έχουμε 300% κίνδυνο να βουλιάξουμε στο φράγμα της Ψυττάλειας. Αν κι εκείνο μας βοηθήσει ο Θεός να περάσουμε, κινδυνεύουμε 200% να βουλιάξουμε στο δρόμο από βόμβες των αεροπλάνων. Αν κι αυτό το κίνδυνο περάσουμε , τότε θα σώσουμε τη τιμή του Αβέρωφ και του Ναυτικού μας. Αν – Θεός φυλάξοι – βουλιάξουμε, τότε εμείς μεν θα πάμε δοξασμένοι στον ουρανό να βρούμε ανάπαυση, η τιμή δε του Ναυτικού μας θα μείνει πάντα στην Ελληνική ιστορία ένας θρύλος. Τα λέτε έπειτα από όλα αυτά παιδιά ;
Κρέμονταν όλοι απ’ το ρεαλισμό – ηρωϊσμό του λευίτη, κλαίγαν οι περισσότεροι κι η απάντηση ακούστηκε από μια φωνή.
-        Θα φύγουμε, παπά, με τον Αβέρωφ κι ότι πει ο Θεός άς γίνει.
-        «Γύρισε αλλού μια στιγμή το πρόσωπό του, τρέμοντας από συγκίνηση ο άτρομος ιερέας, κι ύστερα σταυροκοπήθηκε μπρός τους. Είναι μαζί μας κι ο Αη Νικόλας. Τον είδα στον ύπνο μου. Δεν θα πάθετε τίποτε μούπε ».
Ανατρίχιασαν οι ναύτες κι έκαναν κι αυτοί το σταυρό τους.
-        Ο Θεός μαζί μας φώναξε σ’ όλους ο Δαμηλάτης έχοντας πλέον αυτός κανονικά τη σειρά για να κυβερνήσει το πλοίο.
-        Ζήτω του φώναξαν από παντού και έσπευσαν για διαταγές.
Ο ιερέας μπήκε στο εκκλησάκι, ακολουθούμενος από όσους δεν είχαν υπηρεσία για τον απόπλου.
-        Μεγάλη Πέμπτη, δακρυοπέμπτη, θυμήθηκε κάποιος από παιδιάτικο στίχο.
Συμπορευόντουσαν φέτος ο Γολγοθάς του Χριστού κι ο εθνικός Γολγοθάς. Τα πάθη του Χριστού και τα δικά τους….
Είχε νυχτώσει, όταν ο ιερέας έβγαλε τον Εσταυρωμένο κι άρχισε τη περιφορά του.
Πέρασε απ’ το κατάστρωμα, τα διαμερίσματα, τα κανόνια, τους πύργους, πήγε ως πίσω στη πρύμνη, κατέβηκε στις μηχανές, στα καζάνια στις αποθήκες…. Τέλος ήλθε στο πρόσθιο μέρος του πλοίου και στερέωσε τον Εσταυρωμένο πάνω ψηλά στον πύργο της πλώρης.
-        Παιδιά μου έχουμε κυβερνήτη τον ίδιο το Χριστό, φώναξε μ’ όλη τη δύναμη των πνευμόνων του.
Απ’ εκείνη την ώρα άρχισε να ξετυλίγεται το θαύμα του απόπλου του Αβέρωφ. Άναστρη νύχτα, ήχησε ο σαλπιγκτής αναχώρηση (εις τάξιν απάρσεως). Μέσα σε καπνούς και τις ανταύγειες των βομβών, με πλήρη συσκότιση, ο σκούρος όγκος του θωρηκτού «Γ. Αβέρωφ», κινιόταν πάλι προς το καθήκον και τη δόξα. Ο σαλπιγκτής εξακολουθούσε να σαλπίζει:
«Εις τάξιν απάρσεως».
Ο ίδιος ο ιερέας πρωταγωνιστής, διηγήθηκε δύο χρόνια μετά. Κι ήταν η εξιστόρηση λιτή, με νωπή τη μνήμη του γεγονότος.
«….Αληθινά το χέρι του Χριστού οδηγούσε το καράβι. Επέρασε το ναρκοπέδιο χωρίς να συμβεί τίποτε και έφθασε στο φράγμα της Ψυττάλειας. Εκεί ο Διοικητής των πυροβολείων έστειλε σήμα στο Αβέρωφ να μην επιχειρήσει να περάσει το φράγμα, γιατί θα το βουλιάξει. Σε δυό στιγμές τα τρομερά κανόνια του καραβιού έστρεψαν τα στόμια τους στα πυροβολεία της Ψυττάλειας και απάντησε ο καπετάνιος: «Εάν και μια πιστολιά πέσει, θα γίνει στάχτη σε λίγα δευτερόλεπτα η Ψυττάλεια».
Ναύτες κατέβηκαν να κόψουν το φράγμα. Εκόπηκε με το πρώτο κτύπημα σαν νάταν από κλωστή. Ο Χριστός οδηγούσε. Ο θρυλικός Αβέρωφ είχε ξεφύγει πλέον τους τρομερούς κινδύνους και προχωρούσε προς τις Φλέβες.
Εκεί έφτασε μια βενζινάκατος κάνοντας σήματα. Κατέβηκαν στη σκάλα μερικοί αξιωματικοί και είδαν μέσα στη βενζινάκατο τον πλοίαρχο Βλαχόπουλο, κυβερνήτη του Αβέρωφ.
«Με τι σκοπό έρχεσαι;» του φώναξαν. Και εκείνος με λαχτάρα απαντά: «Ήρθα μαζί σας, παιδιά να φύγουμε μαζί».
Με αλαλαγμούς χαράς και δακρυσμένα μάτια υποδέχτηκαν τον κυβερνήτη τους κι ο θρυλικός Αβέρωφ ανέπτυξε όλη του τη ταχύτητα πλέοντας προς την Τσακωνιά. Εκεί ξημέρωσε….. Μόλις νύχτωσε, ξεκίνησε πάλι για την Κρήτη. Ο παπάς έψαλλε την Ακολουθία του Επιταφίου, τον οποίο περιέφερε σε όλο το πλοίο. Και μ’ όση δύναμη είχαν οι μηχανές του το πλοίο ανέπτυξε ταχύτητα και ξημερώθηκε στη Σούδα της Κρήτης.
Κι όμως το απίθανο έγινε. Το θαύμα είδαν οι άνδρες του θρυλικού θωρηκτού Αβέρωφ, Μ. Πέμπτη και Μ. Παρασκευή 1941.
Μεγάλο Σάββατο, 19 Απριλίου του 1941, μια τεράστια νηοπομπή ξεκίνησε από τη Σούδα. Ο αγέρωχος «Αβέρωφ» προστάτευε τη μια πλευρά της, το αγγλικό καταδρομικό «Carlisle» την άλλη. Η καταγραφή στο ημερολόγιο γέφυρας αναφέρει:
«Δεχόμεθα συνεχείς επιθέσεις βομβαρδιστικών αεροσκαφών και τορπιλοπλάνων τας οποίας αποκρούομεν δια των πυροβόλων μας».
Κυριακή του Πάσχα, 20 Απριλίου του 1941, φτάσαμε σώοι στην Αλεξάνδρεια.
Ως την Πρωτομαγιά, είχαν μαζευτεί εκεί 17 ελληνικά πλοία: 210 αξιωματικοί, 2.944 ναύτες.

ΥΓ. Ο πατήρ Διονύσιος Παπανικολόπουλος, (μετέπειτα Μητροπολίτης Εδέσσης και Πέλλης), γεννήθηκε στο Σαλμένικο Πατρών στις 14 Σεπτεμβρίου 1888; Αποφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή Αθηνών το 1910. Σαν στρατιωτικός ιερέας μετείχε στους Βαλκανικούς Πολέμους, με έντονη παρουσία στην μάχη των Γιαννιτσών, στις 20 Οκτ 1912. Το 1940 ήταν Στρατιωτικός Ιερέας στο Θωρηκτό Αβέρωφ. Στις 19 Νοεμβρίου 1944 χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου. Στις 25 Σεπτεμβρίου 1951 εξελέγη Μητροπολίτης Εδέσσης και Πέλλης. Στις 24 Ιανουαρίου 1967 απεχώρησε της ενεργού υπηρεσίας λόγω ορίου ηλικίας. Εκοιμήθη στις 28 Μαρτίου 1968.


*Ο Ευάγγελος Αθανασιάδης είναι Συνταγματάρχης ε.α

2 σχόλια:

  1. ΒΑΓΓΕΛΗ ΠΟΛΥ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΑΡΘΡΟ. ΑΝΑΦΕΡΕΙΣ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΤΑ ΓΝΩΡΙΖΑ. ΕΙΧΩ ΤΗΝ ΤΙΜΗ ΝΑ ΕΧΩ ΓΝΩΡΙΣΕΙ ΤΟ<> ΚΑΙ ΑΠΟ ΜΕΣΑ ΟΤΑΝ ΗΤΑΝ ΞΕΧΑΣΜΕΝΟ ΚΑΙ ΛΕΗΛΑΤΗΜΕΝΟ ΣΤΟΝ ΠΟΡΟ!! ΜΠΟΥΡΔΕΚΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ευχαριστώ Πολύ. Είναι ανακαινισμένο και σε πρώτη ευκαιρία αξίζει να το επισκεφτείς

      Διαγραφή